Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

translate

Σάββατο 9 Απριλίου 2011

6 3 2000 : "Tο θέμα του Άκη" στα "Νέα της Λευκάδας" ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΩΝ “ΚΑΤΩΓΙΩΝ”... ή ΤΗς ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ;;

Tο θέμα του Άκη 6 3 2000

ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΩΝ “ΚΑΤΩΓΙΩΝ”...
ή ΤΗς  ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ;;

                Είδαμε σε πολλά δημοσιεύματα εφημερίδων την άποψη ότι η προεκλογική εκστρατεία των κομμάτων στην φτωχή Ελλάδα εμφανίζεται ιδιαίτερα πλούσια σε κονδύλια. Από την άλλη πλευρά όμως η προσωπική προεκλογική εκστρατεία των επιμέρους υποψηφίων βουλευτών ρυθμίζεται από νέους κανόνες στο όνομα της ισόμετρης προβολής όλων των υποψηφίων προφανώς για την προστασία των οικονομικά ασθενέστερων υποψηφίων.
                Ξαφνικά ξεπροβάλουν διαδοχικά από κάθε κόμμα οι εκλεκτοί των ψηφοδελτίων και αρχίζουν τα δημοσιεύματα που αφορούν τα ονόματα. Κυριαρχεί σε αυτά η διατήρηση των εσωκομματικών ισορροπιών που εκφράζουν τα ηγετικά στελέχη κάθε κόμματος. Ταυτόχρονα ξεσπούν αντιδράσεις στη βάση των κομμάτων για τον παραγκωνισμό των κατά την γνώμη τους “εκλεκτών” για μια θέση στο ψηφοδέλτιο. Τον καθησυχασμό των ψηφοφόρων αναλαμβάνει τελικά η κεντρική επικοινωνιακή ομάδα και εμφανίζονται τα επιχειρήματα :
“ΠΡΟΕΧΕΙ Η ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟN ΚΥΡΙΟ ΑΝΤΙΠΑΛΟ”
“ΠΡΟΕΧΕΙ Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΑΠΌ ΤΟΝ ΝΈΟ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ ΠΟΥ ΘΑ ΠΛΑΙΣΙΩΣΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ”
                Οι αντιπρόσωποι του λαού, οι βουλευτές, έχω την εκτίμηση ότι δεν αντιπροσωπεύουν πλέον τους ψηφοφόρους τους αλλά τις ηγετικές ομάδες κάθε κόμματος. Δεν υπάρχει λόγος να πείσουν ψηφοφόρους αφού τους ψηφοφόρους θα τους “πείσει” η κεντρική κομματική μηχανή, πρέπει να πείσουν την ηγεσία πριν την κατάθεση των υποψηφιοτήτων για την στήριξη των εσωκομματικών ισορροπιών.  “Προδότες” αποτελούν όσοι βουλευτές αρνηθούν την κομματική συστράτευση μέσα στη Βουλή. Προέχει η διατήρηση της δύναμης της κάθε ηγεσίας. Αυτή στο κάτω - κάτω δίνει και το χρίσμα για την εισαγωγή τους  στα έδρανα της Βουλής. Ιδιαιτερότητες δεν υπάρχουν. Ούτε τοπικές, ούτε κοινωνικές, ούτε εργασιακές. Το καλό για όλους είναι κοινό και το “γνωρίζουν” άριστα οι ηγεσίες κάθε κόμματος. Οι βουλευτές απλώς πρέπει να διατηρούν την ηγεσία δυνατή για να μπορεί να παράγει έργο.
                Στη Σύμη κατέθεσαν τα εκλογικά βιβλιάρια για ένα γιατρό. Μάλλον αδυνατούν να βρουν στις λίστες των κομμάτων τον βουλευτή εκείνο που θα παλέψει με κάθε μέσο για τον γιατρό τους. Δεν θα απέρριπταν έτσι απλά το σπουδαιότερο δικαίωμα τους. Μήπως υπάρχει πρόβλημα αντιπροσώπευσης;     
                Ευτυχώς που υπάρχει η δυνατότητα των επερωτήσεων ώστε οι βουλευτές να ασχολούνται και με θέματα των ψηφοφόρων τους. Ακόμα και οι “δυνατότητες”  ρουσφετολογικών ενεργειών έχουν μετατεθεί από τους Βουλευτές στους κοντινούς υπαλλήλους των Υπουργών και των Γραμματέων των Υπουργείων.  Τι επικοινωνιακή πλέων πολιτική μπορεί να ασκήσουν οι υποψήφιοι βουλευτές; Για τι μπορούν να μιλήσουν; Μπορούν να μεταβιβάσουν στους ψηφοφόρους τους το κεντρικό κομματικό πρόγραμμα. Να εντάξουν στους λόγους τους το έργο των Υπουργείων για την περιφέρεια τους και ακόμα και το έργο της τοπικής αυτοδιοίκησης εάν προέρχονται από το κυβερνών κόμμα και αν είναι από την αντιπολίτευση υιοθετούν την  ανάλογη τακτική της άλλης πλευράς.
                Η λογική αυτή  οδηγεί στην επικοινωνία των “κατωγιών”, των παρατρεχάμενων “πιστών” που κανονίζουν τις επαφές και το ανελέητο μέτρημα των ψήφων.
                Πρέπει ο υποψήφιος βουλευτής να αντισταθεί. Πρέπει να απευθύνεται προς τους ψηφοφόρους. Πρέπει να τους πείσει πρώτα απ’ όλα ότι αξίζει το χρίσμα του υποψήφιου. Πρέπει να πείσει ότι υπηρετεί τον θεσμό του αντιπροσώπου της τοπικής κοινωνίας στη Βουλή.  Πρέπει να πείσει ότι είναι γνώστης των τοπικών προβλημάτων και ότι θα αποτελέσει τον εργάτη επίλυσής τους. Πρέπει να μπορεί να επικοινωνήσει με όλους για να χαρακτηριστεί από την καθολικότητα που επιβάλει η συμμετοχή στη πολιτική και όχι μόνο στην ικανή αριθμητική ομάδα που πιθανών θα του δωρίσει το χρίσμα.
                Στο δεύτερο μέρος θα εξετάσουμε τι πιστεύουν οι ίδιοι οι βουλευτές για την επικοινωνιακή τους πολιτική προς τους ψηφοφόρους μέσα από πρόσφατη έρευνα του Παν/μιου Αθηνών στην οποία συμμετείχαν 137 από τους 300 Βουλευτές της σημερινής Βουλής. 







MΕΡΟΣ 2ο

                Η ρεαλιστική πραγματικότητα της προεκλογικής Ελλάδας εκφράζεται από το δίλημμα του δικομματισμού που κατοχυρώνεται από το εκλογικό σύστημα. Το αν και το κατά πόσο σωστό αποτελεί για την  δημοκρατία το υπάρχον εκλογικό σύστημα δεν θα το θίξω καθόλου. Ο εκλογικός νόμος κατατίθεται και ψηφίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση και Βουλή που αντικατοπτρίζει την βούληση του Λαού. Οι συνεχείς αναφορές για αναλογικότερο σύστημα από τα μικρότερα σε δυναμική κόμματα και βάση έχουν και επιχειρηματολογία. Από την άλλη οι υποστηρικτές  σταθερής κυβερνητικής πλειοψηφίας, θέτουν τα δικά τους επιχειρήματα. Εμείς σαν παρατηρητές δεν  παίρνουμε θέση την χρονική αυτή περίοδο μια που οι κανόνες έχουν τεθεί για την επικείμενη εκλογική αναμέτρηση στις 9  Απριλίου. Η θέση μας στο πρώτο μέρος δέχτηκε αξιωματικά του κανόνες αυτούς. Η γενική θεώρηση περί των κομμάτων που θέσαμε και η αυξανόμενη σημασίας επικοινωνιακής τακτικής προσδοκά στην πρόκληση αντιδράσεων για ουσιαστικό πολιτικό διάλογο. Καταγράφουμε στο σημείο αυτό ότι  οι αντιδράσεις του ανώνυμου πολίτη ψηφοφόρου έδειχναν να συμφωνούν απόλυτα με τα γραφόμενα.
                Σήμερα θέλω να αναφερθώ ειδικότερα στα μικρότερα κόμματα. Προσωπικά θεωρώ ότι τα μικρά κόμματα έχουν μια πιο συγκροτημένη ιδεολογική τοποθέτηση και ταυτόχρονα οι εκφραστές και υποστηρικτές τους μια πολιτική οντότητα μεγαλύτερη του μέσου όρου των ψηφοφόρων.  Η καλώς εννοούμενη ισχυρότερη  πολιτική ταυτότητα των πολιτών αυτών δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι και η ιδεολογική τοποθέτηση εκφράζει ή θα πρέπει να εκφράζει κάθε πολιτικοποιημένο ή μη άτομο. Η προσωπική πολιτική προτίμηση τελικά κατατίθεται μέσα από την διαδικασία των εκλογών. Το σίγουρο όμως αποτελεί ότι τα μικρότερα κόμματα εμφανίζουν έλλειμμα βουλευτικής εκπροσώπησης καθαρά λόγω της ενισχυμένης αναλογικής του εκλογικού νόμου. Πέρα από αυτό οι κρατικές επιχορηγήσεις αλλά και τα κομματικά έσοδα υστερούν σημαντικά από αυτά των μεγάλων κομμάτων, οδηγώντας τα μικρότερα κόμματα σε δυσμενέστερη θέση παρουσίασης και προβολής των προτάσεων τους φτάνοντας στο σημείο και του αποκλεισμού τους από πολυέξοδες μεθόδους προβολής της σύγχρονης επικοινωνιακής εκλογικής πρακτικής.
                Τα αρνητικά σημεία αυτά προβληματίζουν τα μικρότερα αυτά κόμματα και είναι εξαναγκασμένα να προσπαθούν να αντισταθμίζουν τα πράγματα με συγκροτημένες ιδεολογικές τοποθετήσεις, την προάσπιση των συμφερόντων συγκεκριμένων κοινωνικών, εργασιακών ομάδων  αλλά και την αξιοκρατικότερη κατά την γνώμη μου επιλογή των εκφραστών τους μέσα από τις διαδικασίες τους. Η ύπαρξη εσωκομματικών σεναρίων αν προβληματίζει στα κόμματα πάνω του 30 % του εκλογικού σώματος, θα ήταν απαράδεκτη και αυτοκαταστροφική στα κόμματα κάτω του 10 %. Προσωπική μου άποψη αποτελεί ότι οι κατά καιρούς διαρροές εσωκομματικών διαφωνιών στο εσωτερικό των μικρών αυτών κομμάτων προέρχονται από τις αυξημένες σε δημοκρατικότητα εσωτερικές τους διαδικασίες σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από προσπάθειες ισχυροποίησης των ηγετικών τους ομάδων.
                Το προηγούμενο μέρος του δημοσιεύματος περιείχε τοποθετήσεις που σίγουρα εκφράζουν κατά κύριο λόγο τα κόμματα με άμεση προοπτική εξουσίας. Είναι προφανείς οι ιδιαιτερότητες στις οποίες εμπλέκεται η άσκηση κυβερνητικής εξουσίας. Πως πρέπει όμως να επικοινωνήσουν τα μικρότερα κόμματα; Ποια θα πρέπει να είναι η προεκλογική τους τακτική για να μπορέσουν να αντλήσουν μεγαλύτερη λαϊκή στήριξη; Σε μια κοινωνία γαλουχημένη με τα πρότυπα του δικομματισμού, η ύπαρξη τρίτης λύσης φαντάζει μάλλον παράλογη αν όχι επικίνδυνη στους πολίτες. Η καταμέτωπο σύγκρουση με τα δύο μεγάλα κόμματα μήπως ενισχύει την διλημματική επιχειρηματολογία του δικομματισμού; Το παράδειγμα των Φιλελευθέρων αποτελεί πρωτόγνωρη συμφωνία και αναμένω προσωπικά το μέλλον για να δω τα αποτελέσματα για το μικρό αυτό κόμμα. Το αριστερό φάσμα από το ΔΗΚΚΙ μέχρι το ΚΚΕ εμπεριέχει ιδεολογικές διαφοροποιήσεις σημαντικές για μια σύμπραξη. Από την άλλη σύμπραξη καθ’ ενός από τα κόμματα αυτά με τα δύο μεγάλα κόμματα ενέχει τον κίνδυνο να καταρρίψει την ιδεολογική αξιοπιστία των μικρότερων κομμάτων απέναντι στους πολιτικοποιημένους υποστηρικτές τους. Τι θα μπορούσε να γίνει;
                Το κλειδί ανατροπής του δικομματισμού προς το αναλογικότερο κρύβεται στο σύνθημα της “βελτίωσης”.  Θεωρώ ότι τα μικρά κόμματα πρέπει να πορευθούν προεκλογικά όχι με την καταγγελία της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, αλλά με την άνευ όρων (τύπου Φιλελευθέρων) στήριξη των προγραμμάτων εκείνων των δύο μεγάλων κομμάτων που οδηγούν στη σαφή βελτίωση των συνθηκών ζωής για τα σύνολα των πολιτών που εκπροσωπούν. Οι πολίτες πρέπει να πειστούν ότι η συγκροτημένη ιδεολογική ταυτότητα των μικρών κομμάτων δεν προδικάζει κατασταλτικές αλλαγές στην κυβερνητική πρακτική αλλά αντίθετα συμβιβάζεται με την ώθηση της κυβερνητικής πολιτικής σε μια μορφή βελτιωμένη προς τα συμφέροντα του. Το εκβιαστικό δίλημμα της χαμένης ψήφου θα καταρρεύσει όταν ο πολίτης πειστεί ότι στηρίζοντας ένα μικρότερο κόμμα θα επιτύχει βελτίωση (όχι φυσικά επίλυση) των προβλημάτων του άσχετα από το κόμμα που θα σχηματίσει κυβέρνηση. Ενίσχυση των μικρών κομμάτων θα ρυθμίζουν τις ισορροπίες στις πλειοψηφίες των δύο μεγάλων κομμάτων για κάθε θέμα ξεχωριστά αποδυναμώνοντας με τον καλύτερο τρόπο το δικομματισμό χωρίς ταυτόχρονα να χάνεται το ιδεολογικό όραμα των μικρών κομμάτων.
                Στην αντίθετη περίπτωση της εξ’ ίσου απόστασης από τις πολιτικές των δύο μεγάλων κομμάτων τα αποδυναμώνουν αφού είναι εμφανής σε όλους η μεγάλη τους απόσταση από κυβερνητική δυναμική ενώ στελέχη τους αποτελούν αντικείμενα αλίευσης από τους μεγάλους για την λεγόμενη πολυσυλλεκτικότητα. Εμείς περιμένουμε τα μικρά κόμματα να μπουν στο παιγνίδι της επικοινωνίας στο τοπικό επίπεδο έστω και αν υστερούν σε μέσα. Η επικοινωνιακή τους πολιτική πρέπει να μην στηρίζεται στην διατήρηση των δυνάμεων τους αλλά στην δυναμική τους παρέμβαση ενάντια στο δίλημμα του δικομματισμού αν θέλουν να δουν τα ποσοστά τους να αυξάνονται. Αφήσαμε τελικά για το επόμενο φύλλο την έρευνα επικοινωνιακής πρακτικής ανάμεσα στους βουλευτές.


ΜΕΡΟΣ 3ο

                Η εικόνα, ο υποψήφιος για Πρόεδρος των ΗΠΑ να ψήνει hot-dog , να διαβάζει παραμύθια στα παιδιά ή να κάνει διακοπές στα βουνά που μισεί, έχει πλέον αξία ισοδύναμη μερικές φορές με το γνήσιο πολιτικό λόγο. Τίποτα δεν είναι τυχαίο στις προεκλογικές καμπάνιες την νέας ηπείρου.
                Η πολιτικοποιημένη ταυτότητα των πολιτών καθορίζει το σημαντικό ή μη στην προεκλογική συμπεριφορά. Είναι αυτονόητο ότι συμπεριφορές μη πολιτικές που δεν επηρεάζουν το πολιτικό πρόγραμμα του υποψηφίου παραμένουν αδιάφορες για τον ψηφοφόρο εκείνο που έχει κατασταλάξει στην πρόθεση ψήφου υπέρ του υποψηφίου. Ο κατασταλαγμένος ψηφοφόρος του αντίπαλου υποψηφίου απευθύνεται αποδοκιμαστικά στις ενέργειες αυτές χαρακτηρίζοντας τις σαν αποτέλεσμα πολιτικής κενότητας. Όλοι όμως ενεργούν με τον τρόπο αυτό στοχεύοντας στο μερίδιο εκείνο των ψηφοφόρων που παραμένοντας αναποφάσιστοι αδυνατούν να συσχετίσουν τον πολιτικό λόγο και τα κομματικά προγράμματα με την ατομική τους θέση μέσα στην ευρύτερη κοινωνική ένταξη και τις δυνατότητες επίλυσης των προβλημάτων που τους απασχολούν. Με λίγα λόγια δεν επιθυμούν όλοι να πάρουν στα χέρια τους και να διαβάσουν τα κομματικά προγράμματα, αλλά θέτουν εαυτούς ελεύθερους στον τελικό επηρεασμό τους από την επικοινωνιακή πολιτική. Το κομμάτι αυτό των πολιτών μεγαλώνει συνεχώς και κύριος υπεύθυνος αποτελεί ο σύγχρονος τρόπος ζωής.
                Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αποτελούν τον ρυθμιστή της πληροφορίας. Τα κεντρικά δελτία ειδήσεων της τηλεόρασης δεν είναι διατεθειμένα να θυσιάσουν στο βωμό της τηλεθέασης τα ποσοστά τους για να παραθέσουν πολιτικές θέσεις ούτε σε προεκλογική περίοδο. Τα ροζ, τα σκυλιά με τις φόλες, οι γάμοι 80χρονων αλλά και οι σκηνές καταστροφής και βίας δημιουργούν το ικανό πολυθέαμα των δελτίων. Οι πολιτικοί για να διεκδικήσουν θέση σε παράθυρο τουλάχιστον πρέπει να φωνάζουν, να βρίζουν, να σερβίρουν ποτά ή να πετάνε λουλούδια στις πίστες. Όλοι μας οδηγούμε την πολιτική πραγματικότητα στα επίπεδα που επιθυμούμε. Χωρίς ουσιαστική και εποικοδομητική κριτική αλλά σε κουτσομπολίστικη ενημέρωση μια που τα θέματα τα γνωρίζουν καλά αυτοί που θα μας τα λύσουν.
                Τα γκάλοπ, οι μετρήσεις τηλεθέασης, οι στατιστικές δεν κρίνουν τα πολιτικά προγράμματα που παρουσιάζονται. Εκτιμούν το πολιτικοποιημένο βαθμό των πολιτών για να παραδώσουν τα στοιχεία εκείνα στα κόμματα για να καταστρώσουν το επικοινωνιακό τους πρόγραμμα. Δηλαδή κάθε  τρόπο με τον οποίο θα πείσουν τον ψηφοφόρο αφού το δεδομένο είναι ότι τα έργο που έχει παραχθεί αδυνατεί να πείσει από μόνο του. Ο ψηφοφόρος στην ουσία θα επιλέξει όχι Πρωθυπουργό αλλά επικοινωνιολόγο.
                Η ψυχολογία είναι επιστήμη όχι τόσο μακριά από τον καθένα μας. Μια επιστήμη που διακλαδίζεται και επεκτείνεται από το marketing, τη διαφήμιση, την επιρροή των μαζών, στην πολιτική επικοινωνία. Στην αγορά ο εν δυνάμει πελάτης πρέπει να πειστεί ότι το τάδε υγρό πιάτων βγάζει τα λίπη καλύτερα. Στην πολιτική ο εν δυνάμει αναποφάσιστος ψηφοφόρος πρέπει να πειστεί για τον καλύτερο πρωθυπουργό. Τα μέσα που χρησιμοποιούνται είναι κοινά και στις δύο περιπτώσεις. Ο ευχάριστος λόγος, τα όμορφα σποτάκια, η καταδίκη του ανταγωνιστή. Ίσης σημασίας τα παραπάνω παραδείγματα δεν είναι σε καμία περίπτωση. Αλλά η άγνοια και η αναποφασιστικότητα και στα δύο παραδείγματα είναι απολύτως κοινή. Ο κοινός βίος θα ήταν σίγουρα καλύτερος αν ήμασταν όλοι αναποφάσιστοι μόνο για το πιο υγρό πιάτων θα χρησιμοποιούσαμε. Όμως παραμένουμε αναποφάσιστοι, δεν αναλαμβάνουμε οι ίδιοι τον ρόλο του κριτή αλλά περιμένουμε τις στρατιές των επικοινωνιολόγων να μας φωτίσουν.
                Σύμμαχοι των πολιτικών αποτελούν οι σύμβουλοι επικοινωνίας. Δεν κατεβαίνουν οι ίδιοι στην πολιτική αρένα αλλά γνωρίζουν άριστα το πως πρέπει ο πολιτικός να διαμορφώσει την δημόσια παρουσία του είτε στα ΜΜΕ είτε σε δημόσιες εκδηλώσεις. Στόχος τους ΟΙ ΑΝΑΠΟΦΑΣΙΣΤΟΙ.
                Το Πανεπιστήμιο Αθηνών  και συγκεκριμένα το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ, πρόσφατα δημοσιοποίησε σχετική έρευνα. Ερωτήθηκαν 137 βουλευτές από την Βουλή που μόλις διαλύθηκε. Οι 10 ήταν γυναίκες. Το δείγμα ήταν η μισή Βουλή άρα πλήρες αντιπροσωπευτικό. Το αποτέλεσμα του μέσου όρου ήταν η βαθμολόγηση με 6.05 στην αναγκαιότητα των συμβούλων επικοινωνίας. Οι άντρες βουλευτές εμφανίζονται να τους θέλουν περισσότερο (6.15) από τις γυναίκες (4,8), οι μικρότεροι σε ηλικία (μέχρι 52 ετών) τους βαθμολόγησαν με 6.19 ενώ οι μεγαλύτεροι με 5.71. Οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ  αποτελούν πιο ένθερμους υποστηρικτές των συμβούλων και τους δίνουν 6.22, ενώ της ΝΔ 5.92 και του Συνασπισμού 5.14. Τα άτομα με μικρότερη κοινοβουλευτική εμπειρία δηλαδή μέχρι και τρεις εκλογές τους βαθμολόγησαν με 6.18, ενώ οι βουλευτές με 4 εκλογές και πάνω με 5.93. Τέλος οι βουλευτές της περιφέρειας τους προτιμούν περισσότερο (6.19) από αυτούς του κέντρου (5.53). Οι πιο δύσπιστοι σίγουρα αποτελούν οι παλαιότεροι και μάλιστα άντρες βουλευτές.
                Ο σύμβουλος επικοινωνίας είναι επιστήμονας. Η σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα έχει συμπεριλάβει στους κανόνες του παιγνιδιού την επιστημονική επικοινωνιακή τακτική. Κάθε πολιτικός πλέον όσο άσχημα και αν νιώθει πρέπει να προσλάβει τον επικοινωνιακό του σύμβουλο διότι στην αντίθετη περίπτωση “παλεύει” στον πολιτικό στίβο με άνισους όρους.  Ένας καλός σύμβουλος μπορεί να κάνει το κακό να φαίνεται καλό αλλά σίγουρα κάνει και το καλό να φαίνεται καλύτερο. Τα προβλήματα των πολιτικών απλώς αυξάνονται γιατί εκτός των άλλων θα πρέπει να επιλέγουν πλέον και τον καλό σύμβουλο. Όσο για τον αναποφάσιστο αυτός σίγουρα επιλέγει τελικά το δίδυμο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ.
                Για να κλείσουμε μέρες που είναι, όταν μια εταιρεία παροχής υπηρεσιών προσβλέπει σε μια νέα συμφωνία προώθησης υγρού πιάτων παραθέτει στον πελάτη στοιχεία αύξησης των πωλήσεων ανάλογης περίπτωσης που προμοτάρισε, όσον αφορά τις εκλογές απλώς αναφέρει στον υποψήφιο πόσους βουλευτές κατάφερε να εκλέξει την προηγούμενη περίοδο.           

      


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου